Κείμενο του Ιωάννη Α. Σαρσάκη (Καστροπολίτη)
Είναι γνωστό ότι η πατρίδα μας, η Ελλάδα, είναι ένας τόπος πλούσιος σε ιστορία και μνημεία. Δυστυχώς όμως, όσον αφορά την προβολή τους, αυτή περιορίζεται σε συγκεκριμένες περιοχές, με αποτέλεσμα να μην αναδεικνύονται άλλες, οι οποίες και πολλά μνημεία διαθέτουν αλλά και βαρύτιμη ιστορική παρακαταθήκη. Μία τέτοια περίπτωση είναι και το Διδυμότειχο με την περιφέρειά του, όπου η ιστορία, τα αρχαιολογικά ευρήματα και τα μνημεία του εκτείνονται σε βάθος επτά χιλιάδων χρόνων.
Βασική προϋπόθεση για την ανάδειξη του ιστορικού θησαυρού κάθε περιοχής, αποτελεί η ενασχόληση, έρευνα και καταγραφή από ανθρώπους επιστήμονες, αλλά και ιστορικούς ερευνητές, οι οποίοι ως φιλότιμοι «σκαπανείς», εναντιώνονται στη λήθη και μέσω των κειμένων τους, διασώζουν και καταγράφουν την ιστορία.
Μία προσωπικότητα που ασχολήθηκε με την ιστορία και τα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής του Διδυμοτείχου, κατά τη δεκαετία του 1950, είναι ο ιστοριοδίφης καθηγητής Γρηγόρης Ευθυμίου. Πολλές φορές, ερευνώντας για την ιστορία του Διδυμοτείχου, συνάντησα το όνομα του αείμνηστου καθηγητή σε βιβλία και εργασίες (πτυχιακές – διδακτορικές) ως βιβλιογραφία, καθώς και σε πολλούς συγγραφείς (ιστορικούς και μη) που έγραψαν για διάφορα θέματα του τόπου μας. Επίσης πολλές φορές προσέτρεξα στα κείμενα του, που έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό σύγγραμμα : «Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού», τα οποία βεβαίως αποτελούν βασικές πηγές για κάθε ερευνητή.
Στο πλαίσιο ανάδειξης των ανθρώπων που ευεργέτησαν το Διδυμότειχο αναδεικνύοντας την ιστορία του, μέσα από τις έρευνες και τα κείμενα τους, προσπάθησα εδώ και καιρό να βρω κάποια βιογραφικά στοιχεία, και για τον Γρηγόρη Ευθυμίου, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφερα.
Τύχη αγαθή, φέτος κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα, μέσω του καλού φίλου, γνωστού εκπαιδευτικού και πρώην Αντιδημάρχου κ. Δημήτρη Κεσόγλου και της συζύγου του, επίσης εκπαιδευτικού κ. Ανίτας Ντεκίδου (η οποία έχει συγγενική σχέση με τον αείμνηστο καθηγητή), συνάντησα την κόρη του Γρηγόρη Ευθυμίου, την κ. Μαριλένα Ευθυμίου. Με την κ. Ευθυμίου καθίσαμε και συζητήσαμε για τον πατέρα της και το συγγραφικό και παιδαγωγικό του έργο, καθώς βεβαίως και γενικότερα για την προσωπικότητα του. Το επόμενο διάστημα η κ. Ευθυμίου σε συνεργασία με τον αδερφό της Πέτρο, συνέταξαν και μας απέστειλαν το παρακάτω βιογραφικό, το οποίο παραθέτουμε μαζί με κάποιες συμπληρωματικές λεπτομέρειες που εντάξαμε. Επιπροσθέτως μαζί με το βιογραφικό γίναμε αποδέκτες και μερικών φωτογραφιών του Ευθυμίου και της οικογένειάς του, τα οποία συμπληρώνουν την αφιερωματική μας δημοσίευση με τον καλύτερο τρόπο. Μετά το βιογραφικό παραθέτουμε και τους τίτλους των εκδιδόμενων κειμένων που συνέγραψε ο Ευθυμίου και αφορούν το Διδυμότειχο και την περιφέρειά του, καθώς και κάποιες βιβλιοκρισίες σχετικές με το έργο του.
Σύντομο βιογραφικό του καθηγητή Γρηγόρη Ευθυμίου
Ο Γρηγόρης Ευθυμίου γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1915 στο Αιτωλικό Αιτωλοακαρνανίας, ήταν ο πρωτότοκος από τα εφτά παιδιά του Πέτρου Ευθυμίου και της Μαρίας το γένος Ζαφειροπούλου.
Τελείωσε το Δημοτικό στο Αιτωλικό και το 6τάξιο Γυμνάσιο στην Αθήνα, στην περιοχή του Παγκρατίου, όπου η οικογένεια του είχε μετακομίσει λόγω του οικονομικού κραχ του 1929, που πτώχευσε τον πατέρα του, ο οποίος ήταν υποδηματοποιός στο επάγγελμα.
Μεγάλος λάτρης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και παιδείας, ενεγράφη με υποτροφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (τμήμα φιλολογίας) όπου και συνέχισε όλα τα έτη με υποτροφία και αποφοίτησε το 1938 με βαθμό "Λίαν Καλώς". Παράλληλα με τις σπουδές του παρέδιδε μαθήματα αρχαίων ελληνικών και λατινικών, για τα προς το ζην, τόσο σε μαθητές γυμνασίου όσο και σε συμφοιτητές του. Κατά το ίδιο διάστημα μάθαινε γαλλικά (αυτοδίδακτος), από βιβλία και σημειώσεις συμφοιτήτριας του. Υπήρξε ιδιαίτερα φιλομαθής σε όλους τους τομείς, πέραν του κύκλου της φιλολογίας, αρχαιολογίας και παιδαγωγικής.
Με την έκρηξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940, επιστρατεύθηκε και υπηρέτησε την πατρίδα στο αλβανικό μέτωπο. Αργότερα, κατά την Ιταλική κατοχή στη Νοτιοδυτική Ελλάδα, συνελήφθη από τις αρχές, μετά από καταγγελία, και δικάστηκε για σύνταξη και διανομή προκηρύξεων, κατά των κατοχικών δυνάμεων, ακολούθως μεταφέρθηκε και εγκλείστηκε στις φυλακές του Πρίντεζι στην Ιταλία. Γνωρίζοντας άπταιστα τα λατινικά, επωφελήθηκε από την αιχμαλωσία του στις Ιταλικές φυλακές, ώστε να διδαχθεί και τη γλώσσα του Δάντη.
Μετά την αποχώρηση της Ιταλίας από τον συνασπισμό του Άξονα και τη συμμαχία με τη Ναζιστική Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 1943, ο Γρηγόρης Ευθυμίου συνελήφθη από τους Γερμανούς και απεστάλη, ως πολιτικός κρατούμενος, στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Μπούχενβαλντ, το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκεντρώσεως σε Γερμανικό έδαφος (έξω από την Βαϊμάρη). Και στο Μπούχενβαλντ ο φιλομαθής Γρηγόρης Ευθυμίου εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να τελειοποιήσει τα γερμανικά του. Στο υπόψη στρατόπεδο παρέμεινε έως τον Απρίλιο του 1945, όταν και απελευθερώθηκε μαζί με τους συγκρατούμενούς του, από τον Αμερικανικό στρατό. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τις τελευταίες δύσκολες ημέρες στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, οι Γερμανοί SS (Ες-Ες) προσπάθησαν να εξοντώσουν όλους τους κρατουμένους, ο Ευθυμίου όμως κατάφερε να επιζήσει χάρη στην αντίσταση των Γερμανών πολιτικών κρατούμενων.
Μετά την απελευθέρωσή του, λόγω των γνώσεων του στην : γαλλική, ιταλική και γερμανική γλώσσα, διετέλεσε για λίγους μήνες ιδιαίτερος γραμματέας του γαλλικής υπηκοότητας Έλληνα προξένου στη Μασσαλία, και στη συνέχεια επαναπατρίστηκε (μέσω του Ερυθρού Σταυρού) με πλοίο στον Πειραιά.
Το 1946 (μάλλον) διορίστηκε καθηγητής φιλολογίας στο Γυμνάσιο του Διδυμοτείχου. Ως καθηγητής δεν αρκέστηκε στα στενά πλαίσια των καθηκόντων του, όπως ορίζονται από την υπουργική εγκύκλιο. Υπήρξε στενός συνεργάτης και φίλος του Μητροπολίτη Διδυμοτείχου Ιωακείμ Σιγάλα (1928-1957). Επίσης διετέλεσε επίτροπος, καθώς και ψάλτης στον μεταβυζαντινό ναό του Σωτήρος Χριστού, επάνω στο Κάστρο του Διδυμοτείχου. Γενικότερα συμμετείχε ενεργά στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου, και υπήρξε λάτρης του Διδυμοτείχου και της ιστορίας του.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Διδυμότειχο, ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε τη νεαρή κόρη παλιάς και επιφανούς οικογένειας του Διδυμοτείχου, την Σταματούλα (Τούλα) Ντεκίδου. Η οικογένεια Ντεκίδου είχε συγγενική σχέση με τον μεγάλο ευεργέτη του Διδυμοτείχου και του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ιωάννη Μανδαλίδη.
Στα χρόνια που έμεινε στο Διδυμότειχο συνέγραψε και δημοσίευσε πολλά πονήματα για την Καστροπολιτεία της Θράκης, που τόσο αγάπησε. Συνέγραψε μελέτες για την ιστορία της (αρχαία, βυζαντινή καθώς και για την περίοδο της τουρκοκρατίας), έκανε επιφανειακές ανασκαφικές έρευνες, προέβη σε αποκατάσταση ελλιπών ή κατεστραμμένων κειμένων, κατέγραψε επιγραφές επιτυμβίων στηλών κ.α. Συνέγραψε επίσης βιβλίο κλίσεως ρημάτων της αρχαίας ελληνικής, καθώς και πολλές ακόμα μη δημοσιευμένες μελέτες σχετικές με το Διδυμότειχο.
Την εποχή που μετατέθηκε στο Διδυμότειχο είχε αρχίσει ο εμφύλιος πόλεμος και ως όφειλε, όντας δημόσιος υπάλληλος, υπηρέτησε στην πολιτοφυλακή, όπου για τις υπηρεσίες του παρασημοφορήθηκε από τον τότε Υπουργό Στρατιωτικών Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Παλαιοί κάτοικοι του Διδυμοτείχου που γνώριζαν την εποχή εκείνη τον Γρηγόρη Ευθυμίου, διηγήθηκαν αργότερα στην κόρη του, ότι επέλεγε να εκτελέσει την υπηρεσία του, ως πολιτοφύλακας έξω από το σπίτι της αγαπημένης του Τούλας (και αργότερα συζύγου του). Υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής τόσο από τους μαθητές του όσο και από τις Αρχές του Διδυμοτείχου και τους κατοίκους του. Πολλές από τις φιλίες αυτές διατηρήθηκαν για πολλά χρόνια, όπως και με τον τότε Υπουργό Γεωργίας καθηγητή και νονό της κόρης του, τον Κωνσταντινοπολίτη Χρυσό Ευελπίδη.
Στο Διδυμότειχο παρέμεινε έως το 1954 ή 1955. Μετά μετατέθηκε στο Πρότυπο Γυμνάσιο Ιωνίδειος Σχολή του Πειραιά και έφυγε με τη σύζυγό του Τούλα Ντεκίδου και την κόρη του Μαρία-Ελένη για την Αθήνα, όπου και γεννήθηκε το δεύτερο παιδί τους, ο Πέτρος.
Στο πλαίσιο της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας και εξέλιξης, ο Γρηγόρης Ευθυμίου διετέλεσε Εκπαιδευτικός Σύμβουλος στο Υπουργείο Παιδείας και αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στο Συμβούλιο της Ευρώπης, καθώς και στις παιδαγωγικές συνελεύσεις της Κοινοβουλευτικής επιτροπής του ΝΑΤΟ. Κατ' αυτήν την περίοδο δημοσίευσε δοκίμια και μελέτες για την κατάσταση της παιδείας στην Ελλάδα. Κατόπιν διαγωνισμού έγινε Γενικός Επιθεωρητής Μέσης Εκπαιδεύσεως, βαθμό με τον οποίο και συνταξιοδοτήθηκε. Απεβίωσε τον Φεβρουάριο του 2021 σε ηλικία 106 ετών.
Παρακάτω θα παραθέσουμε τίτλους κειμένων του Γρηγόρη Ευθυμίου, που κατά βάση αφορούν το Διδυμότειχο και την περιφέρειά του. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το ερευνητικό του πεδίο κάλυψε όλη την ιστορική διαχρονία του τόπου μας, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και την εποχή της τουρκοκρατίας. Ειδικότερα για την εποχή της τουρκοκρατίας επιτέλεσε σημαντικότατο έργο ταξινομώντας και ερευνώντας τους κώδικες και τα αρχεία της μητρόπολης Διδυμοτείχου.
Επίσης θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο Γρηγόρης Ευθυμίου δεν ήταν ένας ερευνητής – συγγραφέας μόνο του γραφείου, αλλά ήταν και του πεδίου, καθώς ο ίδιος προσέτρεξε σε πολλές περιοχές του Κεντρικού και Βορείου Έβρου, όπου υπήρχαν μνημεία και αρχαιολογικά ευρήματα, καθώς και όπου ανακαλύπτονταν νέα. Κατέγραψε πολλές αρχαιότητες (ταφικούς τύμβους, αναθηματικές στήλες κλπ), με σχέδια και λεπτομέρειες, τα οποία εντάχθηκαν στα δημοσιευμένα κείμενα του. Με τις ενέργειές του αυτές έστρεψε το βλέμμα της αρχαιολογικής υπηρεσίας προς τον Έβρο, όπου ναοί και άλλες τοποθεσίες χαρακτηρίστηκαν αρχαιολογικοί χώροι (π.χ. ο ναός του Αγίου Αθανασίου Αλεποχωρίου). Επιπροσθέτως αξίζει να αναφέρουμε, ότι συνέχισε να γράφει και να δημοσιεύει κείμενα που αφορούσαν το Διδυμότειχο και την περιφέρειά του, ακόμη και όταν είχε μετατεθεί στον Πειραιά.
Ο αείμνηστος Γρηγόρης Ευθυμίου ήταν ένας χαλκέντερος ιστοριοδίφης, συγγραφέας και ερευνητής, που άφησε ανεξίτηλα το στίγμα του στην ανάδειξη της τοπικής μας ιστορίας και όχι μόνο. Τα κείμενά του αποτελούν και θα συνεχίσουν να αποτελούν εγκυρότατες βιβλιογραφικές πηγές για πολλούς φοιτητές, συγγραφείς και ιστορικούς ερευνητές. Παρακάτω σας παραθέτουμε κάποια από τα κείμενα του, που μπορέσαμε να αλιεύσουμε και αφορούν την ιστορία του Διδυμοτείχου και της περιφέρειάς του.
- Θρακικά ευρήματα και ανασκαφές : Α΄ Ορειχάλκινον ανάθημα Βενδίδος εξ Αμορίου, Β΄ Αρχαίκός τάφος εν Διδυμοτείχω, Γ΄ Περί του ιστορημένου Ιερού ναού Αγίου Αθανασίου Μεταξάδων, Δ΄ Κύριλλος ο Στ΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 16, Έτος 1951.
- Ενεπίγραφος στήλη εκ Πλωτινοπόλεως, Νέα ευρήματα εις Πλωτινόπολιν, Περί της αρχαιολογικής σπουδαιότητος της περιοχής των Κομάρων Ορεστιάδος, Κάλαντα Χριστούγεννα Αλεποχωρίου Διδυμοτείχου, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 17, Έτος 1952.
- Αττικά αγγεία εκ Πλωτινοπόλεως, Καταστατικό της Δημογεροντίας Διδυμοτείχου, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 18, Έτος 1953.
- Περί οικήσεως της παρ΄ Έβρον Θράκης και του εν Ελαφοχωρίω προϊστορικού τύμβου, Εταιρεία Θρακικών Μελετών, Έτος 1953.
- Α΄ Δύο λίθοι ενεπίγραφοι εκ Τραϊανουπόλεως, Β΄ Διάφορα όστρακα εκ Δορίσκου, Γ΄ Ο Κιοπέκ Μπέης Διδυμοτείχου, Στήλη εκ Φερών ενεπίγραφος, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 19, Έτος 1954.
- Ο Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου Ιωακείμ, Διδυμότειχο, Έτος 1954.
- Συμπληρωματικά για την Δημογεροντία Διδυμοτείχου, Μαρμάρινον αγαλμάτιον Αρτέμιδος εκ Δορίσκου, η παιδεία εν Διδυμοτείχω κατά την Τουρκοκρατίαν, Περί των σωζομένων κωδίκων της Ιεράς Μητροπόλεως Αδριανουπόλεως, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 20, Έτος 1955.
- Η παιδεία εν Διδυμοτείχω κατά την Τουρκοκρατία Β΄, και έτερος λίθος εκ Πλωτινοπόλεως, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 21, Έτος 1956.
- Περί του εν Αλεποχωρίου Έβρου ιστορημένου ιερού ναού του επ’ ονόματι αγίου Αθανασίου τιμωμένου, Το Διδυμότειχον κατά τους Βυζαντινούς χρόνους, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 22, Έτος 1957.
- Συμβολή εις την Ιστορίαν του Βουλγαρικού Σχίσματος, Αθήναι 1957.
- Δύο λίθοι εκ Πλωτινοπόλεως ενεπίγραφοι, Αρχαιολογικά Χρονικά, Έτος 1957.
- Ο Διδυμοτείχου Φιλάρετος προς τον Βούλγαρον Νομάρχην Μ. Ρόζενταλ, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 23, Έτος 1958.
- Η παιδεία εν Διδυμοτείχω κατά την Τουρκοκρατίαν, Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, Τόμος 24, Έτος 1959.
Μετά την αναφορά στις μελέτες του Γρηγόρη Ευθυμίου, παρακάτω παραθέτουμε και κάποιες βιβλιοκρισίες που έγιναν από σπουδαίους Έλληνες επιστήμονες και αφορούν κάποια από τα κείμενα του. Στις υπόψη βιβλιοκρισίες τονίζεται η μεγάλη του προσφορά στην έρευνα και συγκρίνεται το έργο του, με άλλους μεγάλους επιστήμονες Θρακιώτες και μη που ασχολήθηκαν με την ιστορία της Θράκης.
Ο ιδρυτής της Εταιρείας Θρακικών Μελετών, εκπαιδευτικός, συγγραφέας και λαογράφος Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου (με καταγωγή από τις Σαράντα Εκκλησίες) σε βιβλιοκριτικές που συνέγραψε αναφέρει τα εξής : «Η παιδεία εν Διδυμοτείχω κατά την τουρκοκρατίαν του Γρ. Ευθυμίου, είναι αρχειακή μελέτη εκ των κωδίκων της μητροπόλεως Διδυμοτείχου. Είναι από τις καλύτερες όμοιες εργασίες, γιατί στηρίζεται σε κείμενα, αποφάσεις και έγγραφα των κωδίκων Διδυμοτείχου, που είχε την ευτυχή έμπνευσιν να μελετήσει ο κ. Γρ. Ευθυμίου. Τέτοιες εργασίες μόνον ο μακαρίτης Μυρτίλος Αποστολίδης έκαμε μελετήσας τους κώδικες της μητρ. Φιλιππουπόλεως και τους κώδικες των εσναφίων των αμπατζίδων και τεκτόνων αυτής. Ήδη με την δημοσίευσιν και των ευρεθέντων νεωτέρων κωδίκων Αδριανουπόλεως και καταγραφήν του περιεχομένου των, ο κ. Γρ. Ευθυμίου λαμβάνει θέσιν ερευνητού εις ότι αφορά την ιστορίαν του τουρκοκρατούμενου Ελληνισμού μετά την άλωσιν». Σε άλλο σημείο γράφει ο Παπαχριστοδούλου : «Η Συμβολή εις την ιστορία του Βουλγαρικού Σχίσματος, είναι ο τίτλος μιας μελέτης, που εκυκλοφόρησε κατά το έτος 1957. Ο κ. Ευθυμίου ως ιστοριοδίφης είναι γνωστός εκ των μελετών του, που εδημοσιεύθησαν εις το Αρείον Θράκης από του ΙΣτ’ τόμου και εντεύθεν, ειδικώς δε ιστορικά προβλήματα κυρίως του Διδυμοτείχου. Η προσπάθειά του είναι αποδοτική διά την ειδικήν μελέτην του Χρυσάνθου μητροπολίτου Αθηνών και πάσις Ελλάδος, που εξεδόθη κατά την άρσιν αυτού. Επαινούμεν τον κ. Ευθυμίου διά την νέαν του εργασίαν και του ευχόμεθα πάντοτε επιτυχίαν. Η εργασία του ως έρευνα αποτελεί αξιομίμητον παράδειγμα και διά την συλλογήν της ύλης και διά την επιστημονικήν κατάταξιν αυτής και τη γλωσσικήν αρτιότητα της αφηγήσεως». Και για ένα άλλο κείμενο του Ευθυμίου γράφει : «Ο Διδυμοτείχου Φιλάρετος προς τον Βούλγαρον νομάρχην Μ. Ρόζενταλ, η εργασία του Γρ. Ευθυμίου, ιστοριοδίφη και καθηγητή είναι πολύ χρήσιμη. Περισώζει τους αγώνας του Φιλαρέτου αγωνισθέντος να περισώσει το ποίμνιόν του από τας Βουλγαρικάς καταπιέσεις προς εκβουλγαρισμόν του».
Ένα άλλος μεγάλος ιστορικός ο Κωνσταντίνος Άμαντος, ο οποίος ήταν Βυζαντινολόγος, Ακαδημαϊκός, καθώς επίσης διετέλεσε και υπουργός παιδείας το 1945, παρουσιάζοντας στην Ακαδημία Αθηνών τις εκδόσεις των περιοδικών της Θράκης, μεταξύ άλλων ερευνητών, αναφέρει και για το συγγραφικό και ερευνητικό έργο του Γρηγόρη Ευθυμίου τα εξής : «Ο κ. Γρηγόρης Ευθυμίου, ως καθηγητής εις το Διδυμότειχον, είχε την ευκαιρίαν να ασχοληθεί με την ιστορίαν της Θράκης και εδημοσίευσεν πλην άλλων εις τον εικοστόν τόμον του Αρχείου Θράκης λεπτομερή μελέτην περί της παιδείας εις το Διδυμότειχον κατά της Τουρκοκρατίαν, επίσης δε περιγραφήν κωδίκων εξ Αδριανουπόλεως, οι οποίοι πλην άλλων περιέχουν και ειδήσεις περί της ελληνικής διοικήσεως Θράκης κατά την προσωρινήν απελευθέρωσιν αυτής. Η Ελληνική διοίκησις Θράκης υπήρξε εν τω συνόλω αξιόλογος, είχε πολλάς επιτυχίας και οφείλομεν να μη την λησμονήσωμεν. Ο κ. Ευθυμίου ο γνωρίζων καλώς τους κώδικας Αδριανουπόλεως θα προσφέρει εθνικήν υπηρεσίαν, αν ασχοληθεί και με την ιστορίαν της ελληνικής διοικήσεως Θράκης».
Κλείνοντας το παρόν κείμενο, να επαναλάβουμε, ότι δεν αρκεί σ’ έναν τόπο να έχει προικισθεί από πλούσια ιστορία, θα πρέπει να βρεθούν οι ανάλογοι ερευνητές – επιστήμονες που θα ασχοληθούν με τη μελέτη και ανάδειξη της. Αυτό έκανε ο αείμνηστος καθηγητής Γρηγόρης Ευθυμίου για το αγαπημένο του Διδυμότειχο. Γι’ αυτή του την προσφορά, ως Διδυμοτειχίτες πρέπει να νιώθουμε ευγνωμοσύνη προς το πρόσωπο του, για το σύνολο του συγγραφικού και ερευνητικού του έργου, που αφορά την περιοχή μας. Οι μελέτες του, αποτελούν και θα συνεχίσουν να αποτελούν κύριες βιβλιογραφικές πηγές, για κάθε ερευνητή που θα ασχοληθεί με την τοπική μας ιστορία.
0 Σχόλια