Σε επιπλέον έσοδα για τα δημόσια ταμεία μεταφράζεται η αύξηση 30,77% σε σχέση με το 2022 στην τιμή του νωπού αγελαδινού που καταγράφεται στα ράφια τον Ιανουάριο
Πρόκειται για τεράστια «επιτυχία» της κυβέρνησης Μητσοτάκη αν το δούμε μέσα από το πρίσμα της φορομπηχτικής πολιτικής που αυξάνει το ΑΕΠ μέσω ΦΠΑ. Ο λόγος για το αγελαδινό γάλα, το οποίο τον Ιανουάριο του 2024 καταγράφει αύξηση 30,77% σε σχέση με τον Φεβρουάριο του 2022.
Από τη χαρτογράφηση των συνθηκών ανταγωνισμού που διενήργησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού προκύπτει ότι στο φρέσκο αγελαδινό γάλα η μέση σταθμισμένη τιμή προ ΦΠΑ τον Φεβρουάριο του 2022 ήταν 1,04 ευρώ το λίτρο. Μάλιστα κατέγραψε αύξηση 20% και στο τέλος Ιανουαρίου του 2023 καταγράφηκε στο 1,25 ευρώ ανά λίτρο (προ ΦΠΑ). Με βάση τις επίσημες τιμές στο e-katanalotis, πλέον τα νοικοκυριά πληρώνουν το νωπό αγελαδινό γάλα 1,47 ευρώ ανά λίτρο (προ ΦΠΑ). Αν προσθέσουμε και τον ΦΠΑ, τότε το αγελαδινό γάλα κοστίζει στον καταναλωτή 1,69 ευρώ το λίτρο, όταν τον Φεβρουάριο του 2022 το αγόραζε κατά μέσο όρο 1,17 ευρώ και το 2022 η μέση τιμή ανερχόταν στο 1,41 ευρώ το λίτρο.
Αντίστοιχα οι τιμές παραγωγού το 2023 κυμάνθηκαν από 0,44 έως 0,59 ευρώ ανά λίτρο. Αρα στη λιανική το γάλα έρχεται με τιμή κάτι παραπάνω από τριπλάσια από αυτήν που λαμβάνει ο παραγωγός. Είναι ακριβώς τα ενδιάμεσα στάδια από τον παραγωγό στον καταναλωτή που αρνείται να ελέγξει η κυβέρνηση Μητσοτάκη για να διαπιστώσει τις περιπτώσεις αισχροκέρδειας. Ομως υπάρχει λόγος γι’ αυτό και έγκειται στο κέρδος, που μεταφράζεται σε δημόσια έσοδα μέσω ΦΠΑ.
Με βάση τα στοιχεία, το πρώτο δεκάμηνο του 2023 παράχθηκαν 533,024 εκατ. λίτρα νωπού αγελαδινού γάλακτος (ΕΛΓΟ Δήμητρα). Είναι περίπου το 40% της συνολικής κατ’ έτος κατανάλωσης αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα. Η συντριπτική πλειονότητά του κατευθύνθηκε στα ράφια των σουπερμάρκετ ως νωπό αγελαδινό γάλα, δεδομένου ότι πολύ μικρό μέρος αυτής της παραγωγής χρησιμοποιείται για την παρασκευή γιαουρτιού και τυροκομικών, καθώς γι’ αυτό χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον γάλα συμπυκνωμένο ή σε σκόνη.
Αν λοιπόν υποθέσουμε ότι καθ’ όλο το 2023 το γάλα κόστιζε 1,25 ευρώ το λίτρο προ ΦΠΑ και προσθέσουμε το 13%, σημαίνει ότι το γάλα κόστιζε στο ελληνικό νοικοκυριό 1,41 ευρώ το λίτρο. Ως εκ τούτου, τα ελληνικά νοικοκυριά δαπάνησαν μόνο για το εγχώριο αγελαδινό γάλα συνολικά 752,89 εκατ. ευρώ. Από αυτά, τα 666,281 εκατ. κατευθύνθηκαν στις επιχειρήσεις (από τον παραγωγό μέχρι το λιανεμπόριο) και τα 86,61 εκατ. τα καρπώθηκε το κράτος με τη μορφή ΦΠΑ.
Οι ερευνητές της Επιτροπής Ανταγωνισμού προσπάθησαν να εξεύρουν και τα αίτια της ακρίβειας του αγελαδινού γάλακτος, αφού στην έρευνά της μεταξύ Φεβρουαρίου 2022 και Ιανουαρίου 2023 φωτογραφίζει ως βασικές αιτίες το υψηλό κόστος παραγωγής, το αντίστοιχα υψηλό κόστος μεταποίησης και το μεταφορικό κόστος. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι η αύξηση εντοπίζεται κυρίως αφενός στις ζωοτροφές στην κτηνοτροφία, αφετέρου στην ενέργεια, τη μεταποίηση και στο λιανικό εμπόριο. Πράγματι και με δεδομένο ότι οι περισσότερες φάρμες και οι περισσότερες βιομηχανικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα λειτουργούν με παραγόμενο από τους παρόχους ηλεκτρικό ρεύμα –εδώ εισέρχεται το target model των Μητσοτάκη και Χατζηδάκη στο ρεύμα που «έκαψε» το σύνολο της οικονομίας προς χάριν του καρτέλ φυσικού αερίου–, αυξήθηκε δραματικά το κόστος εντός του 2022. Ομως όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο λόγος για τον οποίο επιβραδύνθηκε ο ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού στην Ελλάδα το 2023 ήταν η μείωση των τιμών σε φυσικό αέριο και καύσιμα. Τότε πώς εξηγείται η αύξηση της τιμής του νωπού αγελαδινού γάλακτος από τον Ιανουάριο του 2023 στον Ιανουάριο του 2024 από 1,41 ευρώ ανά λίτρο σε 1,69 ευρώ ανά λίτρο στη λιανική;
Πηγή: Documento
0 Σχόλια