Αθώος με διαδικασίες fast track σε μια δίκη που έχει καταγγελθεί επισήμως στις αρμόδιες αρχές, ως παρωδία, κρίθηκε κατά πλειοψηφία (3 -2) στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας ο επιχειρηματίας και εφοπλιστής Γιάννης Βαρδινογιάννης του Σήφη.
Πρόκειται για μία προδιαγεγραμμένη κατάληξη, καθώς, όπως νωρίτερα αποκάλυψε το documentonews.gr, μέτοχος της εταιρείας από την οποία είχε γίνει η φερόμενη υπεξαίρεση, είχε αποστείλει αναφορά προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές, αλλά το υπουργείο Δικαιοσύνης στην οποία κατήγγειλε ότι η όλη διαδικασία στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, ήταν… «παρωδία». Κάτι που δυστυχώς επιβεβαιώνεται και από την δικαστική απόφαση.
Εντυπωσιακά ήταν όσα ανέφερε στην εισήγησή του ο εισαγγελέας της έδρας, Ευστάθιος Βεργώνης. Όπως ανέφερε ο εισαγγελέας, ο Γιάννης Βαρδινογιάννης του Σήφη διέπραξε μεν το αδίκημα, αλλά ο «ορθός νομικός χαρακτηρισμός είναι απάτη και όχι υπεξαίρεση». Ανέφερε ακόμη ότι δεν προτείνει την απαλλαγή του επιχειρηματία και εφοπλιστή, αλλά αναρωτήθηκε πως «θα το αλλάξουμε τώρα αφού για υπεξαίρεση καταδικάστηκε στον πρώτο βαθμό;»
Υπενθυμίζεται ότι πρωτόδικα ο επιχειρηματίας είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη έξι ετών για υπεξαίρεση κατ’ εξακολούθηση ποσού άνω των τριών εκατ. ευρώ, συγκεκριμένα 3.048.271 ευρώ, από τα ταμεία της εταιρείας ΕΛΜΙΝ Α.Ε., η οποία τελέστηκε τη διετία 2003-2004.
Πρωτόδικη καταδίκη μετά από 20 χρόνια
Η πρωτόδικη καταδίκη του επιχειρηματία και εφοπλιστή έγινε στις 10 Νοεμβρίου 2022. Δηλαδή σχεδόν 20 είκοσι χρόνια μετά την τέλεση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης, σε μια υπόθεση που συνιστά εκτός των άλλων και δικαστικό σκάνδαλο, αφού τα αδικήματα που με τη βούλα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου έχει τελέσει, κινδύνεψαν να παραγραφούν. Είναι εντυπωσιακό ότι η ελληνική Δικαιοσύνη χρειάστηκε 20 χρόνια προκειμένου να αποφανθεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Αναλυτικότερα, για τα αδικήματα που τελέστηκαν το 2003 και το 2004 ασκήθηκε σε βάρος του Βαρδινογιάννη και δύο συνεργατών του ποινική δίωξη το 2010, ωστόσο η δικογραφία παρέμεινε στο συρτάρι του ανακριτή μέχρι τα τέλη του 2015. Η δίκη ξεκίνησε τελικά έπειτα από οκτώ αναβολές την άνοιξη του 2022, και ολοκληρώθηκε τον περασμένο Νοέμβριο.
Η καταγγελία του μετόχου και η επιβεβαίωση
Η καταγγελία του μετόχου προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές αφορούσε, σύμφωνα με πληροφορίες του documentonews.gr σε όσα έγιναν χθες Πέμπτη στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας, όπου δικαζόταν ο Γιάννης Βαρδινογιάννης του Σήφη.
Αναλυτικότερα κατήγγειλε ότι η διαδικασία που ξεκίνησε χθες Πέμπτη ήταν παραπάνω από προκλητική και γέννησε εύλογες υποψίες για την αντικειμενικότητα και την πραγματική ενασχόληση των μελών της σύνθεσης του δικαστηρίου με τη δυσώδη αυτή υπόθεση. Συγκεκριμένα, υπογράμμιζε στην αναφορά, ότι το ίδιο χαλαρό και φιλικό κλίμα που πρόδηλα ξένισε και σκανδάλισε το ακροατήριο εκδηλώθηκε και πάλι από έδρας, και ιδία από την Πρόεδρο Ουρανία Κουζέλη και τον Εισαγγελέα της έδρας, Ευστάθιο Βεργώνη.
Υπήρχαν και πάλι αστειάκια από έδρας και απευθείας συνομιλίες τους με τους συνηγόρους υπεράσπισης του κατηγορουμένου σε φιλικό και χαλαρό κλίμα, που απάδει προς την στάση αποστασιοποίησης, σοβαρότητας και αμεροληψίας, την οποία και κατά το τυπικό και κατά την ουσία, οφείλουν να τηρούν οι δικαστικοί λειτουργοί, ώστε να εμπνέουν εχέγγυα αμεροληψίας και αντικειμενικότητας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Ξεπέταξαν τους μάρτυρες, απέβαλαν την πολιτική αγωγή
Το χειρότερο όμως δεν ήταν αυτό: σύμφωνα με την αναφορά, η Πρόεδρος κατά τη διαδικασία, η οποία κατά το τυπικό ξεκίνησε περί τις 10.00 π.μ. εξαρχής εξήγγειλε ότι θέλει να τελειώνει γρήγορα, ο δε Εισαγγελέας ενημέρωσε ότι μέχρι τις 14.30 πρέπει να έχουν τελειώσει γιατί έχει ραντεβού. Παράλληλα το δικαστήριο διέκοψε δύο φορές για να διασκεφτεί επί αντιρρήσεων του κατηγορουμένου επί αποβολής πολιτικής αγωγής, και επειδή μέλη της σύνθεσηςς για υπηρεσιακούς λόγους επέτρεπε να λείψουν επί περίπου μιάμιση ώρα.
Έτσι, σημειώνεται στην καταγγελία-αναφορά, μέσα σε διαδικασία δύο ωρών και δέκα λεπτών καταγεγραμμένα με το ρολόι, δηλαδή συνολικά 140 λεπτών το δικαστήριο προχωρώντας σε μια σκανδαλωδώς επιδερμική και συνοπτική διαδικασία τύπου fast track, που άφησε άναυδους μάρτυρες και ακροατήριο, νομικούς και μη: πρώτον, απέβαλε από τη δίκη την παθούσα εταιρεία – «ΕΛΜΙΝ Α.Ε.», από το ταμείο της οποίας πέταξαν άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ, κάνοντας δεκτές τις ίδιες αντιρρήσεις του κατηγορουμένου, τις οποίες το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε απορρίψει. Δεύτερον, εξέτασε με συνεχείς διακοπές και παρεμβολές από τους συνηγόρους του κατηγορούμενου, με άκρως συνοπτικές διαδικασίες και με “επιλεκτικές” ερωτήσεις έξι μάρτυρες και τρίτον περάτωσε τη διαδικασία των αναγνωστέων εγγράφων και την εξέταση του μάρτυρα υπεράσπισης, προαναγγέλλοντας στις 14.20, ότι η διαδικασία θα συνεχιστεί σήμερα με την απολογία του κατηγορουμένου, καθότι θέλουν να τελειώνουν.
Και άλλες σοβαρές καταγγελίες
Στην ίδια αναφορά, γνώση της οποίας έχει και ο υπουργός Δικαιοσύνης, καταγγέλλεται επιπλέον ότι το δικαστήριο, παρέλειψε να υποβάλλει ερωτήσεις στους μάρτυρες, από τις οποίες αναδεικνύεται η αλήθεια, δεν έκανε καμία ερώτηση επί κρίσιμων για την ανάδειξη της αλήθειας στοιχείων που είναι εντός της δικογραφίας, η πρόεδρος αναζήτησε ακόμη και την βασική έκθεση των ελεγκτών του ΣΔΟΕ δηλαδή ουσιώδες έγγραφο της δικογραφίας από τους συνηγόρους υπεράσπισης, διότι όπως δήλωσε δεν την είχε, διέκοπτε συνεχώς τους μάρτυρες, ιδίως όταν έδιναν απαντήσεις, οι οποίες δεν συνήδαν με τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, το αυτό δε έπρατταν και οι συνήγοροί του και έκανε τοποθετήσεις υπέρ του κατηγορουμένου. Κατά την αναφορά μάλιστα τους μάρτυρες τους «τελείωσε» με συνοπτική διαδικασία με καταθέσεις που διήρκεσαν ελάχιστα λεπτά, στα οποία και συνεχώς άπαντες, Πρόεδρος και συνήγοροι κατηγορουμένου συνεχώς διέκοπταν, και έτσι μπροστά στα μάτια τόσων ακροατών , υπήρξε μια “δίκη” – «παρωδία», η οποία παραπέμπει κατ’ επιεική κρίση σε παράλειψη ουσιαστικής ενασχόλησης με την υπόθεση, άλλως σε ερευνητέα συγκάλυψη αυτής.
Στην καταγγελία γινόταν λεπτομερής και ακριβής αναφορά του χρόνου που κατέθεσε κάθε μάρτυρας ο οποίος σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ξεπερνούσε ούτε τα πέντε λεπτά, η δε ουσιαστική κατάθεση, του βασικού μάρτυρα και μηνυτή, ήταν λιγότερο από δέκα, τη στιγμή που το πρωτοβάθμιο δικαστήριο τον εξέταζε συνεχόμενα σε δύο συνεδριάσεις. Ο μηνυτής, Δημήτρης Βασιλικός, ζητούσε με την αναφορά αυτή αντίγραφο των ηχογραφημένων πρακτικών της fast track διαδικασίας και αξιολόγηση αυτών σε συνάρτηση με την ογκώδη δικογραφία και την πρωτόδικη απόφαση των άνω των 900 σελίδων, ώστε να αποδοθούν οι κατά νόμον ευθύνες. Επίσης ο μηνυτής ζητούσε να υποβληθεί αίτημα εξαίρεσης της σύνθεσης του πενταμελούς εφετείου κακουργημάτων.
Όλα αυτά, δημιουργούν ακόμη μία «ρωγμή» στο ήδη «τραυματισμένο» κύρος της ελληνικής Δικαιοσύνης, λίγες ώρες μετά τη σκανδαλώδη απόφαση του Αρείου Πάγου με την οποία «ανάβει» το «πράσινο φως» στα funds να προχωρήσουν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς περιουσιακών στοιχείων οφειλετών.
Πηγή; Documento
0 Σχόλια