Από τον Άγιο Ευστράτιο, το ιστορικό αυτό νησί για χιλιάδες Δημοκρατικούς Έλληνες Πολίτες τόσο στα μετεμφυλιακά όσο και στα χρόνια της Χούντας των συνταγματαρχών, από αυτό το νησί που δεν είναι μόνο ακριτικό αλλά και μαρτυρικό, ο Πρωθυπουργός θέλησε να στείλει ένα υποκριτικό μήνυμα ενότητας προς τους πολίτες της χώρας, την ημέρα του Εορτασμού των Θεοφανείων… Μίλησε για ένα νησί σύμβολο του Διχασμού, θα έπρεπε όμως να γνωρίζει ο κύριος Μητσοτάκης ότι ο Άγιος Ευστράτιος (Άη Στράτης), η Μακρόνησος, η Γυάρος (Τα Γιούρα) και η Ακροναυπλία (Το ανάπλι) δεν αποτέλεσαν κατά τα χρόνια του Μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς και μετέπειτα της Στρατιωτικής Χούντας μόνο τόπους Διχασμού αλλά και Διαχωρισμού, εξορίας και βασανισμού για χιλιάδες Έλληνες πολίτες, για χιλιάδες Κομμουνιστές, για χιλιάδες απλούς προοδευτικούς πολίτες της χώρας… Νέα παιδιά που έδωσαν ζωή και αίμα τα μαύρα χρόνια της Ναζιστικής κατοχής για να ελευθερωθεί ο τόπος και επιτέλους ο Λαός να γίνει νοικοκύρης στον τόπο του… Τα παιδιά της Γαλαρίας όπως τα χαρακτήρισε κάποτε ο Μεγάλος Έλληνας μουσικό συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις που έγραψε: ”
Ήταν η αγανάκτηση των παιδιών της γαλαρίας που βλέπαν τους συντρόφους τους και τα όνειρά τους στα φέρετρα, από σφαίρες που έριξαν δωσίλογοι και φασίστες, φορώντας γαλάζιους μανδύες εθνικοφροσύνης. Και όλα αυτά τα ελληνικά αποβράσματα με την επίσημη υποστήριξη του νεαρού τότε κράτους, είχανε ένα εχθρό: την ψυχή των παιδιών της γαλαξίας.. “. Ο Άη Στρατής αποτέλεσε έναν από τους πιο γνωστούς τόπους εξορίας, μαρτυρίου, εξόντωσης και θανάτου για χιλιάδες κομμουνιστές ακόμα και εγκύους γυναίκες από τα τυραννικά καθεστώτα του μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς… Από τα μπουντρούμια του πέρασαν πολλοί αθώοι, άνδρες, γυναίκες, έφηβα παιδιά και τις πέτρες του νησιού τις κουβάλησαν από άκρη σε άκρη χιλιάδες φορές οι εξόριστοι ερημίτες κάτοικοι του και ήταν πολλές… Μπόλικη πέτρα και μπόλικη ψυχή…
Οι εποχές δεν είχαν σημασία στον Άη Στρατή ούτε οι μέρες, ούτε ο χρόνος καθώς η απελπισία και η παράνοια ήταν δύο γνωρίσματα που καθημερινά χτυπούσαν την πόρτα του μυαλού στον κάθε φυλακισμένο… Δεν υπήρχε βιολογικός θάνατος παρά μόνο αυτοκτονία, δεν υπήρχε επίσημη εκτέλεση αλλά μυστική δολοφονία για οποίον άφηνε την ψυχή του πάνω στο νησί είτε από το ξύλο, είτε από την τρέλα του μυαλού, είτε από τις κακουχίες είτε ακόμα σε μια απελπισμένη προσπάθεια να το σκάσει κολυμπώντας μεσοπέλαγα για να γλιτώσει από την απειλή της τρέλας που έβλεπε με τα μάτια του, του ξύλου, των βιασμών κάποιες φορές, των καταναγκαστικών έργων και των ψυχολογικών βασανιστηρίων με πολλές φορές έντονες δόσεις θεοκρατικής υπόστασης… Το παράδοξο αλλά ταυτόχρονα λογικό για την Δεξιά και απολυταρχική αντίληψη του Μετεμφυλιακού κράτους και των κυβερνήσεων του, ήταν ότι οι τόποι αυτοί εξορίας και εξόντωσης δεν χαρακτηρίστηκαν από τον πραγματικό σκοπό και το έργο τους αλλά από μια καλοφτιασιδωμένη εικόνα πρόνοιας, φροντίδα και ψυχικής περίθαλψης των παιδιών και των πολιτών που παρεκκλίναν των εθνικών ιδεωδών και έγιναν οπαδοί του κομμουνισμού… Έτσι οι κρατούμενοι αντιμετωπίστηκαν σαν ασθενείς που έπρεπε να γιατρεύουν από το κομμουνιστικό δηλητήριο νοητικά και ψυχικά, με μια θεραπεία που συμπεριλάμβανε την απομόνωση και την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, με μόνη ευκαιρία την εξευτελιστική δήλωση υποτέλειας, την εγγραφή δήλωση μετανοίας που ξεπερνούσε κάθε σκεπτικό λογικής ότι μπορεί κάποιος με μια υπογραφή να καταργήσει μέσα του κάτι το συνειδησιακό και να “γιατρευτεί”… Αυτό ήταν και είναι το κράτος της Δεξιάς, το Καθεστώς εκείνο που όλα τα θεωρεί ορθά μέσω ενυπόγραφης υπεύθυνης δήλωσης… Το ίδιο κράτος που χαρακτήρισε την Μακρόνησο τότε ως τον Παρθενώνα της σύγχρονης Ελλάδος…
Θα μπορούσα να γράψω πολλά ως απόγονος εξόριστου στην Γυάρο αλλά θα φανούν πολύ υποκειμενικά και απόλυτα… Θα παραθέσω λοιπόν μέρος της πρώτης μου συνέντευξης ως μαθητευόμενος Δημοσιογράφος στην σχολή, όταν μας ζητήθηκε στα πλαίσια εξάσκησης να πάρουμε μια συνέντευξη από ένα πρόσωπο… Τότε γνώρισα τον κύριο Μιχάλη από την Νεάπολη, το επίθετο του δεν έχει σημασία γιατί ο άνθρωπος έχει πεθάνει τώρα πια… Μου είχαν πει ότι είχε κάνει εξορία στον Άγιο Ευστράτιο σε ηλικία 17 ετών και πήγα να μιλήσω μαζί του, με θέμα συνέντευξης την πρώτη ημέρα στην εξορία. Δεν αρνήθηκε να μου μιλήσει και με καλώς όρισε στο καφενείο που πήγαινε τα απογεύματα και πριν ξεκινήσει η κουβέντα μας μου είπε: “Κάτσε να ανάψω και ένα τσιγάρο για να μου έρθουν πιο γλαφυρά..”, παρατήρησα τότε ότι το αριστερό του χέρι έτρεμε και τον ρώτησα για ποιον λόγο και μου απάντησε: “Ενθύμιο του Άη Στρατή… Οι Υπαξιωματικοί ήθελαν να δουν αν μπορώ να κατέβω τις σκάλες δεμένος… Τσακίστηκα στα πλευρά και στον αυχένα… Ο γιατρός μου είπε ότι επηρεάστηκε ένα νεύρο μόνιμα…Καλά που δεν είναι το δεξί, τι χρειάζομαι γιατί ανοίγω μπουκάλια με αυτό.. ” μου απάντησε γελώντας και εγώ αμέσως κατάλαβα και είδα στο πιο τρανό προσποιημένο παράδειγμα, μπροστά στα ίδια μου τα μάτια τι σήμαινε εξορία στην Ελλάδα του 1950.
Και ξεκίνησε:” Ήμουν οικοδόμος και μέλος της μαθητικής Νεολαίας της ΕΠΟΝ μέχρι την απελευθέρωση, μετά έγινα μέλος του ΚΚΕ και ήμουν οργανωτικός βοηθός σε μια απεργία των οικοδόμων που οργανώθηκε στα τέλη του 1949 στην Θεσσαλονίκη… Λίγες ημέρες πριν την απεργία με συνέλαβαν ξημερώματα μέσα στο σπίτι μου και μέσα σε 10 ημέρες μαζί με 15 αλλά άτομα περάσαμε από έκτακτο στρατοδικείο και καταδικαστήκαμε σε 10 χρόνια φυλάκιση με τον νόμο που τιμωρούσε πράξεις και αδικήματα που στρέφονταν κατά της ασφάλειας του κράτους… Έμεινα στις δικαστικές φυλακές 8 μήνες και ξαφνικά ένα πρωί ήρθε κάποιος από το υπουργείο δικαιοσύνης και μας είπε σε μένα και άλλους 6 που ήμασταν κάτω από 18 χρόνων, ότι είναι κρίμα να χάσουμε τα νιάτα μας στην φυλακή, ότι καταλαβαίνει και αυτός ότι κάναμε λάθος όπως είπε, ότι παρασυρθήκαμε από το κομμουνιστικό δηλητήριο και ότι είναι ανάγκη να επανενταχθούμε στις αξίες της Πατρίδος… Αλλά θα έπρεπε πρώτα να το καταλάβουμε και εμείς. Θα σας στείλουμε μας είπε σε ένα όμορφο νησί, μακριά από όλους, να ησυχάσετε, να σκεφτείτε, να διδαχθείτε και να μετανοήσετε για τα παραλίγο εθνικά σας εγκλήματα… Έτσι 3 ημέρες μετά με τους μπόγους στα χέρια ανεβήκαμε στα καΐκια και φύγαμε για τον Άη Στρατή… Εκεί μεσοπέλαγα είχε πιάσει ένα κύμα ένα κακό, όλα τα παιδιά έβγαζαν τα έντερα τους από τον εμετό, χωριατόπαιδα και εργατόπαιδα όλοι που ξαναείδαμε εμείς θάλασσα και με τα πολλά φτάσαμε στον Άη Στρατή… “.
Πως ήταν η πρώτη ημέρα, ποια ήταν η πρώτη σας εικόνα;
“Όταν είδα το νησί από μακριά μου φάνηκε σαν ξερονήσι, δεν φυτρώνανε παραπάνω από θάμνοι εκεί… Όταν κατεβήκαμε στην προβλήτα μας έβαλαν όλους σε σειρά σαν φάλαγγα και μας πήγαν με τα πόδια μέχρι μέσα 12 λεπτά δρόμο με τα πόδια μέχρι να δούμε τις πρώτες σκηνές… Ήμασταν 12 άτοκα, όλοι συνομήλικοι και πολύ από εμάς πραγματικά τρομοκρατημένοι αφού ένας διπλανός μου στο καΐκι μου έλεγε συνέχεια να δεις που για πειράματα μας έφεραν εδώ, σε λίγες ημέρες θα το βομβαρδίσουν το νησί.. Ήμασταν τρομοκρατημένοι απλά ξέραμε πως αν το δείχναμε θα ήταν ζήτημα χρόνου να μας σπάσουν μετά. Πριν φτάσουμε στο λευκό κτίριο που ήταν το διοικητήριο έβλεπα έναν τύπο κρατούμενο με χλαίνη να με ακολουθεί για 5 λεπτά, να με κοιτάει, να περπατάει δίπλα μου και γελώντας παρανοϊκά να μου λέει: “Μην κουνιέσαι πολύ θα φύγει… Πρόσεχε…” και μετά κατάλαβα ότι ήθελε να πιάσει μια μύγα που ήταν στο πίσω μέρος του μπουφάν μου και δεν το είχα καταλάβει.. Την έπιασε και άρχισε να κάνει σαν τρελός πραγματικά.. Μου είπε πριν φύγει τρέχοντας: ”Ποτέ δεν θα καταφέρεις σε μια μέρα να πιάσεις εσύ τόσες όσες εγώ.. ” και έφυγε κραυγάζοντας στα γέλια. Όταν φτάσαμε στο προαύλιο του διοικητηρίου οι φρουροί μας είπαν να αφήσουμε τους μπόγους κάτω και να μπούμε σε γραμμή…
Περιμέναμε 10 λεπτά και στα σκαλιά του διοικητηρίου φάνηκε ένας ταγματάρχης με την θερινή του στολή. Μας κοίταξε και μας είπε:” Καλωσορίσατε στον Άγιο Ευστράτιο… Είστε εδώ γιατί η κοινωνία και η Πατρίδα σας έκρινε ενόχους για εθνικά εγκλήματα αλλά και ταυτόχρονα είστε εδώ για ανά σας δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία να αποτινάξετε από πάνω σας το κομμουνιστικό μίασμα και εξέλθετε στην κοινωνία ξανά χρήσιμοι και άνθρωποι… Φροντίστε να συνηθίσετε το νέο σας σπίτι, για όσο μείνετε εδώ. Όπως βλέπετε δεν υπάρχουν ούτε σίδερα, ούτε τοίχοι, ούτε κάγκελα μόνο θάλασσα γύρω γύρω… Δεν θα εμποδίσουμε κανέναν να το σκάσει, μπορείτε να το σκάσετε αν έχετε το κουράγιο απλά θα πρέπει να σας πληροφορήσω ότι δεν υπάρχουν βάρκες… Κολυμπήστε λοιπόν και σας δίνω μία συμβουλή, όταν οι δυνάμεις σας στα 10 μίλια σας εγκαταλείψουν τότε καλύτερα να προτιμήσετε να πνιγείτε πάρα να γυρίσετε πίσω, γιατί τότε πραγματικά θα σας κάνουμε να το μετανιώσετε που δοκιμάσατε να το σκάσετε… “.
Τότε τον ρώτησα… Εσείς δοκιμάσατε να το σκάσετε; “Ναι δοκίμασα έναν χρόνο αργότερα, το επόμενο καλοκαίρι… Για αυτό μετά “έπεσα” από τη σκάλα.. “.
Για μια τέτοια από τις χιλιάδες ιστορίες, μαρτυρίες και μαρτυρία γράφτηκε κάποτε ένας από τους χιλιάδες στίχους για την εξορία από τον Γιάννη Ρίτσο… Στίχοι και γραφές που ενσαρκώνουν ποιητικά μαρτυρίες, βιώματα και θυσίες ενός ολοκλήρου κόσμου που δεν διχάστηκε μόνος του αλλά τον Δίχασαν και τον Δίκασαν.
Γιάννης Ρίτσος (Απόσπασμα)
“Μόνες περγαμηνές μας τρεις λέξεις Άη Στράτης, Μακρόνησος και Γυάρος. Κι αν αδέξιοι μια μέρα σας φανούν οι στίχοι μας, θυμηθείτε μονάχα πως γράφτηκαν κάτω από τη μύτη των φρουρών και με τη λόγχη στο πλευρό μας…Μέσα στα δόντια σφίγγαμε τον πόνο μέσα στη γλώσσα λιώναμε την πίκρα. “.
0 Σχόλια